Καλλιόπη Γιουλούντα: Η ηρωίδα νοσοκόμα από το Γιαννούδι
Το Ρέθυμνο έχει γεννήσει και αναθρέψει πάμπολλες γυναίκες που μας εμπνέουν ακόμα και σήμερα με τον δυναμισμό, την ανιδιοτέλεια και το πρωτοπόρο πνεύμα τους. Στο πάνθεο αυτών των εμβληματικών γυναικών περίοπτη θέση καταλαμβάνει η Καλλιόπη Γιουλούντα.
Γεννήθηκε το 1911 στο μικρό χωριό Γιαννούδι, λίγα χιλιόμετρα
έξω από το Ρέθυμνο. Ανήκε σε ένδοξη και ηρωική οικογένεια, με τον πρόγονό της,
Ανδρουλή Γιουλούντα, να αντιστέκεται στους Τούρκους από τα πρώτα κιόλας χρόνια
της κατάληψης της Κρήτης.
Γονείς της ήταν ο Μιχαήλ και η Αθηνά Γιουλούντα, που συνολικά
απέκτησαν δεκατέσσερα παιδιά, από τα οποία έζησαν τα έντεκα, έξι αγόρια και
πέντε κορίτσια. Η Καλλιόπη ήταν το τρίτο
κατά σειρά παιδί της οικογένειας. Οι πολυμελείς οικογένειες του Μιχαήλ και του
αδερφού του Γεωργίου κατοικούσαν στον επιβλητικό βενετσιάνικο πύργο της
οικογένειας, που σώζεται και σήμερα.
Το 1918 βρέθηκε στο Ρέθυμνο, εκτοπισμένος για πολιτικούς
λόγους, ο Λευκάδιος δημοσιογράφος Παναγιώτης Κουνιάκης. Τις εντυπώσεις του τις
κατέγραψε σε βιβλίο με τίτλο «Κρητικαί Ημέραι», που το ανέσυρε από την αφάνεια
ο αείμνηστος Ρεθύμνιος ιστοριοδίφης Γ.Π. Εκκεκάκης και το επανεξέδωσε το 1997
με πλήθος σημειώσεων και με τον τίτλο «Εικόνες από τη ζωή στο παλιό Ρέθυμνο».
Ο Κουνιάκης επισκέφθηκε το Γιαννούδι την Μ. Παρασκευή του 1918. Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Την ακολουθία του Επιταφίου την παρακολούθησα στο μαγευτικό χωριό Γιαννούδι, που απέχει μια περίπου ώρα από το Ρέθυμνο… Το Γιαννούδι είναι ένα μικρό χωριουδάκι που κατοικείται από είκοσι περίπου οικογένειες, ανάμεσα στις οποίες εξέχουσα θέση κατέχει η πατριαρχική οικογένεια του αγωνιστή κυρίου Γιουλούντα… Στην είσοδο του χωριού υψώνεται ο μεγάλος πύργος του Ενετού αποίκου Γιαννούδη… Τώρα ο πύργος αποτελεί την κατοικία των πολύ ευγενικών αδελφών Γιουλούντα. Πρόκειται για ένα πραγματικό φρούριο με θολωτή στοά και πολεμίστρες στις επάλξεις, οι οποίες διατηρούνται ακόμη. Για τους άλλοτε κατοίκους του υπήρξε καταφύγιο σε καιρούς επιδρομών… Σήμερα ο πύργος αυτός ανήκει στην πολυάριθμη οικογένεια Γιουλούντα η οποία και κατοικεί στα διαμερίσματά του.
Η οικογένεια αριθμεί γύρω
στα τριάντα μέλη , ενώ ο αρχηγός της, ο κ. Μιχαήλ Γιουλούντας είναι πατέρας
οκτώ παιδιών. (τόσα ήταν τότε τα παιδιά της οικογένειας). Ο κ. Γεώργιος
Γιουλούντας, που κατά κάποιον τρόπο αποτελεί το αριστοκρατικό δείγμα της
οικογένειας, τιμά όχι μόνο το χωριό του, αλλά την Κρήτη ολόκληρη με τους πολύ
ευγενικούς του τρόπους. Σε αυτή την οικογένεια και σε αυτόν τον πύργο βρήκαμε
πλούσια φιλοξενία και περιποίηση».
Σε αυτό το περιβάλλον, λοιπόν, μεγάλωσε και ανατράφηκε η
Καλλιόπη Γιουλούντα. Όπως αναφέρει ο
Κωστής Ηλ. Παπαδάκης στο βιβλίο του «Γλυπτά και ενεπίγραφες πλάκες του
Ρεθύμνου», η Καλλιόπη, για ένα διάστημα άσκησε το επάγγελμα της δασκάλας και
στη συνέχεια φοίτησε στη Σχολή Νοσοκόμων του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, που
είχε την έδρα της στην Αθήνα, απ’ όπου και έλαβε το πτυχίο της. Η αρετή, η
οξυδέρκεια, η ευθύτητα ο σεβασμός στους ανωτέρους της, η φιλομάθεια, που την
έκανε κάτοχο τριών ξένων γλωσσών, δεν άργησαν να την αναδείξουν ως την εκλεκτή
ανάμεσα στις εκλεκτές και ως επιβράβευση να της ανατεθεί η Διεύθυνση της
Νοσηλευτικής υπηρεσίας ενός από τα μεγαλύτερα νοσοκομειακά ιδρύματα της χώρας,
του Αντικαρκινικού Νοσοκομείου Αθηνών, «Ο Άγιος Σάββας».
Από τις πρώτες μέρες του ελληνοϊταλικού πολέμου η Καλλιόπη
Γιουλούντα επιστρατεύεται και αναλαμβάνει υπηρεσία στο Α’ Νοσοκομείο Στρατού
στη Θεσσαλονίκη, οπλισμένη με θάρρος, δύναμη και εργατικότητα. Μεθυσμένη όμως
από «το αθάνατο κρασί του Εικοσιένα», λαχταρά να βρεθεί στην πρώτη γραμμή του
μετώπου, σε ορεινό χειρουργείο. Με επιμονή, κατορθώνει, εθελοντικά, να
μετατεθεί στο Β’ Στρατιωτικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων, όπου αναλαμβάνει προϊσταμένη
των χειρουργείων.
Στοιχεία για τις τελευταίες,
ένδοξες στιγμές της Καλλιόπης Γιουλούντα αντλούμε από τη μεταπτυχιακή εργασία
του Χρήστου Κουφάκου με τίτλο «Ο βομβαρδισμός του Στρατιωτικού Νοσοκομείου
Ιωαννίνων κατά τον ελληνογερμανικό πόλεμο του 1941». Το Στρατιωτικό Νοσοκομείο
Ιωαννίνων ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1914, στις εγκαταστάσεις του πρώην
τουρκικού νοσοκομείου, μέσα στο κάστρο της πόλης των Ιωαννίνων και θεωρείτο ένα
από τα πιο εξοπλισμένα νοσοκομεία της χώρας. Κατά την περίοδο του
ελληνοϊταλικού πολέμου, επιτάχθηκαν οι εγκαταστάσεις της Ζωσιμαίας Παιδαγωγικής
Ακαδημίας, που η κατασκευή της είχε ολοκληρωθεί πριν από μερικά χρόνια, όπου το
διδακτήριο χρησιμοποιήθηκε ως στρατιωτικό νοσοκομείο για να στεγάσει στις
ευρύχωρες αίθουσές του τραυματίες από το μέτωπο. Κατά τη β’ φάση του
ελληνοϊταλικού πολέμου, στη Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία λειτούργησε το ένα
από τα δύο χειρουργεία του Στρατιωτικού Νοσοκομείου. Σε αυτό υπηρετούσε και η
Καλλιόπη Γιουλούντα.
Για να αντιληφθούμε καλύτερα τα γεγονότα, θα επιχειρήσουμε
μια μικρή ιστορική αναδρομή στις πολεμικές επιχειρήσεις της περιόδου. Στις 6
Απριλίου του 1941, αρχίζει η επίθεση της Γερμανίας εναντίον της Ελλάδας, ενώ η
Ιταλία είχε ήδη ηττηθεί από τον ελληνικό στρατό στην ελληνοαλβανική μεθόριο. Σε
ελάχιστες ημέρες οι γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις είχαν καταλάβει τη
Μακεδονία και τη Θράκη και η Ελλάδα ήταν έτοιμη για συνθηκολόγηση. Με αυτές τις
ραγδαίες εξελίξεις έφθασε η 20η Απριλίου 1941, ανήμερα του Πάσχα, όπου
η Ελλάδα κίνησε τις διαδικασίες για παράδοση στους Γερμανούς κατακτητές.
Το ίδιο διάστημα, στη Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία,
οργανώθηκαν τρεις αίθουσες χειρουργείων, όπου συγκεντρώθηκαν οι καλύτεροι
χειρουργοί απ’ όλα τα νοσοκομεία, οι οποίοι χειρουργούσαν σε 24ωρη βάση.
Την ημέρα του Πάσχα, παρόλο που αφενός η συνθηκολόγηση μεταξύ
Ελλάδας και Γερμανίας είχε πια συμφωνηθεί και αφετέρου στο κτήριο της
Παιδαγωγικής Ακαδημίας υπήρχαν δύο τεράστιοι ευδιάκριτοι κόκκινοι σταυροί που
παρέπεμπαν σε νοσοκομείο, απρόκλητα και χωρίς λόγο, γερμανικό αεροπλάνο, με
σβησμένη τη μηχανή για να μην γίνει αντιληπτό, ρίχνει τη βόμβα του πάνω στο
Νοσοκομείο, στη νότια πτέρυγα που βρίσκονταν τα χειρουργεία. Πενήντα άνθρωποι,
γιατροί, νοσοκόμες και τραυματίες σκοτώνονται επιτόπου προκαλώντας σοκ αρχικά
στη γιαννιώτικη κοινωνία και μετά στο πανελλήνιο.
Στον βομβαρδισμό χάθηκαν δύο σπουδαίοι γιατροί, ο Αρχίατρος
Μαρκάκης, καθηγητής Πανεπιστημίου και Διευθυντής του Νοσοκομείου και ο Ξενοφών
Κοντιάδης, που τον Μάιο του 1940 είχε εκλεγεί παμψηφεί τακτικός καθηγητής της
έδρας της χειρουργικής Παθολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μαζί τους και έξι επώνυμες αδελφές Νοσοκόμες, με ένα μνημείο να
τις θυμίζει στον περίβολο της Ζωσιμαίας Ακαδημίας. Ανάμεσά τους η Διπλωματούχος
Προϊσταμένη Αδελφή του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, η Ρεθεμνιώτισσα, η δική μας,
Καλλιόπη Γιουλούντα.
Η Μαρία Τσάλλη, εθελόντρια
Επιθεωρήτρια Αδελφή του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, θυμάται για εκείνες τις
τελευταίες ώρες: «Τα μεσάνυχτα
ανασταίνουμε στο νοσοκομείο μέσα. Η Διευθύνουσα Μεσολωρά ψιθυρίζει: Αύριο θα
είμεθα πλέον υπόδουλοι! Χριστός Ανέστη! Η διαιτολόγος επιθυμεί να κοινωνήσει.
Αυθόρμητα την ακολουθούν και οι άλλες. Όλες ανέτοιμες. Απροετοίμαστες διά το
Μέγα Μυστήριο. Ούτε εξομολόγηση, ούτε νηστεία, ούτε λουτρό σωματικού καθαρμού.
Εν τούτοις δεν διστάζουν… Την Κυριακή το πρωί, 20 του μηνός, τα στούκας
οργιάζουν, αφηνιάζουν! Το αίμα τους ξυπνάει τα αίματα. Το μεσημέρι ξαποστέλλουν
το φονικό τους όπλο. Το ξαφνικό ηύρε τους γιατρούς χειρουργούντας. Τις Αδερφές
μπροστά στο τραπεζάκι με τα εργαλεία. Τους τραυματίες ναρκωμένους. Κι εκείνες
τις καημένες που εδίπλωναν τις γάζες… Κρότος τρομερός τραντάζει το οικοδόμημα.
Τα φώτα σβήνουν. Τα τζάμια σπάζουν. Σκεύη και εργαλεία πέφτουν στα κεφάλια των
εργαζομένων. Φοβερός καπνός. Πηχτή μαύρη
σκόνη που πνίγει. Δυνατός άνεμος, ακατανίκητη πίεση μας σπρώχνει προς τον
τοίχο. Κάνουμε να φύγουμε. Αλλά πού να πάμε;».
Συγκλονιστικές είναι οι περιγραφές του στρατιωτικού γιατρού
Πέτρου Αποστολίδη, για τα γεγονότα εκείνης της ημέρας, στο βιβλίο του «Όσα θυμάμαι, 1900-1969». «Ο Διευθυντής μας στην Ακαδημία, Αρχίατρος
Μαρκάκης, σαν να είχε κάποιο προαίσθημα, δεν πρόφτανε να σημάνει η σειρήνα
συναγερμό, παρατούσε όποια δουλειά είχε και έτρεχε στο καταφύγιο, ένας φόβος
παθολογικός. Σήμερα όμως είναι η μέρα του Πάσχα κι ο Μαρκάκης περιέργως δεν
δείχνει να φοβάται, είναι ευδιάθετος. Δεν πέρασαν λίγα λεπτά και δυνατή έκρηξη
βόμβας κάπου κοντά. Κατέβαινα τη σκάλα και βλέπω να ‘ρχεται τρεχάτος ο βοηθός
μου, ανθυπίατρος Μωράκης. Λαχανιασμένος και κατάχλωμος. –Καταστροφή! Βόμβα στην
Ακαδημία! Νεκρός ο Μαρκάκης! Πάει και ο Κοντιάδης, κάμποσοι γιατροί, νοσοκόμοι,
άρρωστοι και όλες οι Αδελφές! Τρέχω στο σημείο που ‘χε πέσει η βόμβα. Στον
διάδρομο έτρεχαν νερά, από την έκρηξη είχαν σπάσει σωλήνες και οι νοσοκόμοι
τους κουτσοδιόρθωναν. Η βόμβα είχε σκάσει ακριβώς στο κατώφλι της πόρτας του
ενός από τα δύο χειρουργεία, αφού τρύπησε στέγη, ταβάνια και πατώματα
τσιμεντένια. Είχαν εγχείρηση εκείνη τη στιγμή, σκοτώθηκαν γιατροί, νοσοκόμοι
και όσοι βρίσκονταν στον χειρουργικό θάλαμο, εκτός από τον εγχειριζόμενο. Αναποδογύρισε το κρεβάτι-δεν είχε αρχίσει
ακόμα η εγχείριση-κι αυτός βρέθηκε λιπόθυμος ύστερα ανάμεσα στους νεκρούς,
χωρίς γρατζουνιά. Το μεγάλο χολ ανάμεσα στα δύο χειρουργεία ήταν γεμάτο
νοσοκόμους και αρρώστους, όλες οι αδελφές του Νοσοκομείου τακτοποιούσαν γάζες
και επιδέσμους για τους κλιβάνους των χειρουργείων. Η βόμβα τις κομμάτιασε. Στη
στέγη της Ακαδημίας-Νοσοκομείου ήταν ζωγραφισμένος ευδιάκριτα ένας τεράστιος
ερυθρός σταυρός. Οι γενναίοι γερμανοί, οι γιοι των ποιητών και φιλοσόφων, τον
βρήκαν, βλέπεις, ευδιάκριτο στόχο».
Όπως αναφέρει η Ελένη Βραχνή στην πτυχιακή της εργασία «Η
συμβολή της ελληνικής Νοσηλευτικής στο έπος του 1940», «οι νεκροί αναγνωρίσθηκαν από λίγα σημάδια που έμειναν στα κομμάτια που
βρέθηκαν από τα κορμιά τους. Από ένα δαχτυλίδι, από ένα κέντημα, από ένα σήμα.
Ό,τι απέμεινε από τα σώματά τους, έχει ταφεί στο νεκροταφείο του Αγίου Νικολάου
των Κοπάνων στα Γιάννενα, σ’ ένα κοινό ολομάρμαρο τάφο». Τα οστά της
Καλλιόπης Γιουλούντα, μετά από χρόνια, επέστρεψαν στη γενέτειρά της, στο Ρέθυμνο.
Την επόμενη ημέρα, 21 Απριλίου 1941, σαν από ειρωνεία,
υπογράφτηκε η συνθήκη παράδοσης της Ελλάδας.
Η Καλλιόπη Γιουλούντα ήταν μια σεβαστή ιέρεια του πόνου στις
στρατιές των αναρίθμητων τραυματιών του πολέμου. Η ζωή της ήταν γεμάτη
καλοσύνη, παρηγοριά, αυτοθυσία, αγαθοσύνη και ευγένεια. «Λευκό άγγελο» της
παρηγοριάς την αποκαλούσαν οι στρατιώτες που νοσηλεύονταν μαζί της. Προστάτης
των τραυματιών, είχε κατορθώσει με τα χριστιανικά της λόγια να τους μεταδίδει
το μαγιοβότανο της υπομονής και της ακλόνητης πίστης για τη θεραπεία τους.
Όπως αναφέρει στο εξαιρετικό του άρθρο στην εφημερίδα
ΡΕΘΕΜΝΟΣ ο συνάδελφος Νίκος Τσουπάκης, την Καλλιόπη Γιουλούντα είχε γνωρίσει
από κοντά ο Ρεθύμνιος γιατρός Διονύσιος Καλόφωνος στο νοσοκομείο του Ερυθρού
Σταυρού που είχαν συνυπηρετήσει. «Ήταν
μια λεπτοκαμωμένη κοπέλα, με ζήλο στην περιποίηση του αρρώστου. Εργατική,
ευκίνητη, πρόθυμη, χαμογελαστή, πολύ προσεκτική σε κάθε νοσοκομειακή εργασία
που της ανετίθετο να κάνει. Κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο τη συνάντησα στο
στρατιωτικό νοσοκομείο Ιωαννίνων, Υπηρετούσε στην πρώτη γραμμή με ζωηρό, εθνικό
ενθουσιασμό. Τη θυμάμαι πολύ ζωηρά να στέκεται στην άκρη του δρόμου και να
προσφέρει με στοργή κουτιά με γάλα στους στρατιώτες μας που κατέβαιναν
πεζοπορούντες, μετά τη διάσπαση του μετώπου από τη γερμανική επίθεση».
Ο θάνατός της δεν αναγγέλθηκε επίσημα από το κράτος στην
οικογένειά της, λόγω των θλιβερών γεγονότων που συνέβαιναν εκείνο τον καιρό.
Μόνο οι αθηναϊκές εφημερίδες και ο ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών το ανάγγειλαν.
Η Καλλιόπη Γιουλούντα, μεταθανάτια, έλαβε πολλές τιμητικές
διακρίσεις. Μεταξύ αυτών, ο Ερυθρός Σταυρός της απένειμε Δίπλωμα με Μετάλλιο
και δάφνη χρυσή, ενώ η φωτογραφία της δεσπόζει, έκτοτε, επιβλητική, στο
κεντρικό κτήριό του στην Αθήνα.
Τον Μάιο του 1981, παρουσία του τότε Υπουργού Εθνικής Άμυνας
Ευάγγελου Αβέρωφ, έγιναν τα αποκαλυπτήρια της ορειχάλκινης προτομής της, στον
αύλειο χώρο του Νοσοκομείου Ρεθύμνου, έργο του γλύπτη, Πραξιτέλη Τζανουλίνου.
Χορηγός ήταν το Πολεμικό Μουσείο των Αθηνών.
Τον Απρίλιο του 1994, το Τμήμα Ρεθύμνου του ΕΕΣ διοργάνωσε
εκδήλωση προς τιμή της στο Λύκειο Ελληνίδων, με ομιλητή τον αείμνηστο Λεωνίδα
Καούνη.
Τέλος, τον Απρίλιο του 2017, έγιναν τα αποκαλυπτήρια της
εξώγλυφης αναθηματικής πλάκας της Καλλιόπης Γιουλούντα, στη γενέτειρά της, στο
Γιαννούδι, από τον δραστήριο Πολιτιστικό Σύλλογο του χωριού.
Η Καλλιόπη Γιουλούντα προσέφερε την ύπαρξή της στην πατρίδα
κι έτσι πέταξε στην αθανασία των ηρώων που ξέρουν να πεθαίνουν για τη μεγάλη
ιδέα που λέγεται λευτεριά. Είθε το παράδειγμά της να φωτίζει σαν φάρος φωτεινός
τον δρόμο της ζωής μας!
Σχόλια