Πειρατής… κατά λάθος! Μια από τις άγνωστες ιστορίες της επανάστασης του 1821 στην Κρήτη.
Κατά τη δεύτερη φάση της επανάστασης του 1821 στην Κρήτη, τον Αύγουστο του 1825, Κρητικοί που είχαν καταφύγει στην Πελοπόννησο, με μικρά πλοιάρια προσέγγισαν κρυφά τη Γραμβούσα και κατέλαβαν το φρούριό της. Από τότε η Γραμβούσα αποτέλεσε το κέντρο της επαναστατημένης Κρήτης, μέχρι το τέλος της επανάστασης το 1830.
Κατά τη διάρκεια της κατάληψης του
απόρθητου φρουρίου από τους Κρήτες επαναστάτες, πολλοί πειρατές από διάφορα
μέρη της Μεσογείου προσέγγιζαν το φρούριο ως ασφαλές καταφύγιο. Με την πάροδο
του χρόνου, το φρούριο της Γραμβούσας συνδέθηκε, άδικα, με την πειρατεία,
παρόλο που ελάχιστοι Κρητικοί συμμετείχαν σε αυτές τις πειρατικές επιδρομές,
που είχαν δημιουργήσει προβλήματα στο εμπόριο της Μεσογείου. Για τον λόγο αυτό,
πολεμικά πλοία, ευρωπαϊκών, κυρίως, κρατών, περιπολούσαν στη Μεσόγειο
καταδιώκοντας τα πειρατικά πλοία.
Κατά το 1827, ενώ η κρητική
επανάσταση κινδύνευε να κατασταλεί, ο αρχιστράτηγος Γεώργιος Τσουδερός έστειλε
από τα νότια ένα μεγάλο καΐκι στη Γραμβούσα για να παραλάβει τον αδερφό του
Ιωάννη και πενήντα άλλους επαναστάτες για να προωθηθούν στα Ρεθεμνιώτικα ώστε
να ενισχύσουν τον αγώνα.
Βγαίνοντας το μικρό πλοιάριο από τον
κόλπο της Γραμβούσας, συναντήθηκε με ένα αμερικανικό πολεμικό πλοίο, το οποίο
περιπολούσε στην περιοχή για την αντιμετώπιση της πειρατείας. Ο αμερικανός
καπετάνιος εξέλαβε το καΐκι για πειρατικό σκάφος και αμέσως το κατέσχεσε,
προσδένοντάς το στην πρύμνη της αμερικανικής φρεγάτας, ενώ τους επιβαίνοντες
τους συνέλαβε και τους φυλάκισε σιδηροδέσμιους στο αμπάρι του πλοίου του, το
οποίο στη συνέχεια κατέπλευσε στο λιμάνι της Νάξου.
Σαράντα ολόκληρες μέρες έμειναν οι
δύστυχοι Κρήτες επαναστάτες στο κουφάρι του πλοίου ως αιχμάλωτοι. Μάταια
διαμαρτύρονταν ότι καμία σχέση δεν είχαν με ληστοπειρατές, ενώ, αντίθετα,
μάχονταν για την ελευθερία της πατρίδας τους. Τι κι αν είπαν ότι ούτε καν
τηλεβόλο δεν διέθετε το σκάφος τους, γεγονός που χαρακτήριζε όλα τα πειρατικά
πλοία. Τι κι αν τους είδαν, όταν τους συνέλαβαν, ότι σχεδόν όλοι τους ήταν
πτώματα από τη ναυτία, με ελάχιστη θαλασσοταραχή, πράγμα εντελώς αφύσικο για
πειρατές. Κανείς δεν τους πίστεψε. Και ενώ η Κρήτη τους είχε ανάγκη για να
συνεχίσουν τον αγώνα εναντίον των Τουρκοαιγυπτίων, αυτοί έμεναν άπραγοι και
φυλακισμένοι ως κοινοί εγκληματίες.
Ο Γεώργιος Τσουδερός, που μάταια
περίμενε τον αδερφό του με τους άντρες του, πληροφορήθηκε το γεγονός και άμεσα
κατέφθασε στη Νάξο. Με τη βοήθεια των Προξένων των ξένων δυνάμεων στο νησί,
κατάφερε να συναντηθεί με τον Αμερικανό ναύαρχο.
Με την επιβλητική του παρουσία, το
μειλίχιο ύφος του και τον επιχειρηματικό του λόγο, για τον οποίο φημιζόταν,
κατάφερε να πείσει τον ναύαρχο ότι ο φυλακισμένοι ήταν χερσαίοι στρατιώτες της
κρητικής ελευθερίας και καμιά σχέση με την πειρατεία δεν είχαν.
Τόσο πολύ εντυπωσιάστηκε ο Αμερικανός
με τα λόγια, την αξιοπρέπεια και το παρουσιαστικό του Γεωργίου Τσουδερού, που
όχι μόνο απελευθέρωσε άμεσα τον αδερφό του με τους άντρες του, αλλά τους
παρέδωσε το καΐκι τους και τον οπλισμό τους, τους προμήθευσε με άφθονες τροφές
και πολεμοφόδια και τους ευχήθηκε την ταχεία απελευθέρωση της αγωνιζόμενης
πατρίδας τους.
ΠΗΓΕΣ
·
Μουρέλλος
Δ. Ιωάννης, Ιστορία της Κρήτης,
Ηράκλειον, 1931.
·
Μουρέλλος
Δ. Ιωάννης, Κρητικαί Βιογραφίαι, Εν
Αθήναις, 1931
Σχόλια