Το Ολοκαύτωμα Καλλικράτη, στις 8-11 Οκτωβρίου 1943.

 


Ο Καλλικράτης, το ορεινό και ηρωικό αυτό χωριό των Σφακίων, που τόσες ηρωικές μορφές έχει αναδείξει στις κατά καιρούς επαναστάσεις της Κρήτης, εναντίον των κατακτητών, θα μπορούσε να έχει μια παγκόσμια πρωτοτυπία, μια θλιβερή πρωτιά.  Ολοκαυτώθηκε και καταστράφηκε τέσσερις συνολικά φορές στο διάβα της μακρόχρονης ιστορίας του: Τον Απρίλιο του 1770, μετά την Επανάσταση του Δασκαλογιάννη. Τον Ιούλιο του 1821, στο ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης. Τον Δεκέμβριο του 1866, στο πρώτο έτος της Μεγάλης Κρητικής Επανάστασης. Και τέλος, στις 8 και 11 Οκτωβρίου 1943, από τους «ιδεολόγους ιππότες», όπως αποκαλεί τους Γερμανούς στρατιώτες κατοχής ο ανεκδιήγητος γερμανός ιστορικός και συγγραφέας, Χάιντς Ρίχτερ.

Αυτές οι συνεχείς καταστροφές του χωριού, σε συνδυασμό, βέβαια και με άλλες παραμέτρους και αιτίες, οδήγησαν στη σταδιακή, πληθυσμιακή συρρίκνωσή του. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην απογραφή του 1880, ο Καλλικράτης εμφανίζεται να έχει 476 κατοίκους, ενώ στην απογραφή του 1928, την τελευταία πριν το ολοκαύτωμα από τους Γερμανούς, εμφανίζεται με 241 κατοίκους. Σήμερα το χωριό δεν έχει πάνω από 10 μόνιμους κατοίκους.

Το ολοκαύτωμα του Καλλικράτη, τον Οκτώβριο του 1943, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα αποσπασματικό περιστατικό της γερμανικής θηριωδίας. Τα γεγονότα που οδήγησαν σε αυτό, ξεκίνησαν τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους.

Στις 8 Σεπτεμβρίου 1943, η Ιταλία συνθηκολογεί και αρχίζει να φημολογείται ότι οι Άγγλοι θα έκαναν απόβαση στην Κρήτη και συγκεκριμένα στην παραλία των επαρχιών Βιάννου και Ιεράπετρας. Ακόμη λεγόταν ότι ο Μπαντουβάς βρισκόταν σε συνεννόηση με τον διοικητή των ιταλικών στρατευμάτων του Ν. Λασιθίου, στρατηγό Κάρτα, για να παραδώσουν οι Ιταλοί τον οπλισμό τους στους αντάρτες και, όσοι από αυτούς ήθελαν, να πολεμήσουν μαζί τους ενάντια στους Γερμανούς. Τα νέα αυτά δημιούργησαν κλίμα ενθουσιασμού στους κατοίκους. Ο Καπετάν Μανώλης Μπαντουβάς, το βράδυ της 9ης προς τη 10η Σεπτεμβρίου 1943 δίνει διαταγή να εξουδετερωθεί το γερμανικό φυλάκιο στο χωριό Σύμη της Βιάννου. Οι αντάρτες εισέβαλαν στο φυλάκιο  και επιχείρησαν να συλλάβουν τους δύο Γερμανούς στρατιώτες που κοιμούνταν, όμως ακολούθησε μάχη κατά την οποία οι Γερμανοί σκοτώθηκαν. Οι αντάρτες, για να μην αφήσουν ίχνη, έκρυψαν τα πτώματα σε μια σπηλιά.

Την επόμενη ημέρα, οργανωμένος  γερμανικός στρατός ανέβηκε στη Σύμη, αναζητώντας τους στρατιώτες του φυλακίου. Οι αντάρτες με επικεφαλής τον Καπετάν Χρήστο Μπαντουβά δίδουν σκληρή, ολοήμερη, νικηφόρο μάχη με τους γερμανούς στη Σύμη. Σαράντα  γερμανοί νεκροί και δέκα αιχμάλωτοι. Μετά τη μάχη οι κατακτητές, στις 14-16 Σεπτεμβρίου καίνε τα χωριά της Βιάννου και εκτελούν 461 κατοίκους.

Οι Βρετανοί αποφασίζουν να φυγαδεύσουν τον Καπετάν Μανόλη Μπαντουβά και τους άντρες του στη Μέση Ανατολή, αφού ο άμαχος πληθυσμός της Βιάννου τον θεώρησε υπεύθυνο για την καταστροφή της περιοχής. Η πρώτη προσπάθεια από τα νότια  του νομού Ηρακλείου, (παραλία Τρυπητή), αποτυγχάνει. Αποφασίζουν να τον φυγαδεύσουν από την παραλία του Ροδάκινου. Οι αντάρτες κατέληξαν, περιμένοντας το μέσον για να φύγουν στην περιοχή Τσιλίβδικα, στα όρια των επαρχιών Αγίου Βασιλείου και Σφακίων. Είχαν ενισχυθεί και από Ροδακινιώτες, Αμαριώτες Σφακιανούς και από τις δύο ανταρτικές ομάδες του Καλλικράτη, του Νικολάου Μανουσέλη ή Γιατίπη και του Ανδρέα Μανουσέλη ή Μανουσαντρουλή. Οι Γερμανοί κατεδίωκαν τον Καπετάν Μανόλη βήμα προς βήμα. Στα Τσιλίβδικα προδόθηκε η παρουσία της πολυπληθούς αυτής ομάδας και γερμανοϊταλική περίπολος τους εντόπισε. Στη μάχη που ακολούθησε, στις 4 Οκτωβρίου 1943, σκοτώθηκαν και οι 17 Γερμανοϊταλοί μαζί και ο Έλληνας διερμηνέας τους. Στη μάχη διακρίθηκαν οι ομάδες του Καλλικράτη ο Νικόλαος Γιατίπης και ο Ιωάννης Βουγιουκαλάκης του Μανούσου.

Οι Γερμανοί αποφάσισαν τότε, με διαταγή του Διοικητή Φρουρίου Κρήτης Μπρούνο Μπρόγερ, να καταστρέψουν τα κοντινά χωριά, Καλή Συκιά και Καλλικράτη για παραδειγματισμό. Το έργο ανέλαβαν γερμανικός τακτικός στρατός και το Ελληνικό Καταδιωκτικό Απόσπασμα  Κακοποιών Ε.Κ.Α.Κ. ή Jacte Commando του Φριτς Σούμπερτ. Είναι σκόπιμο εδώ να αναφέρουμε ότι ο επιλοχίας Φριτς Σούμπερτ, αν και υπαξιωματικός, αναφερόταν απευθείας στον γερμανό Διοικητή της Κρήτης, έχοντας με αυτόν τον τρόπο τεράστια δύναμη και πλήρη αυτονομία στις κινήσεις του.

 Μετά τη μάχη στα Τσιλίβδικα οι άντρες των παραπάνω χωριών Καλή Συκιά και Καλλικράτης είχαν ειδοποιηθεί και κατέφυγαν στα ορεινά. Οι Γερμανοί και οι Σουμπερίτες, όπως άλλωστε το συνήθιζαν, στις 6 Οκτωβρίου, ξέσπασαν πάνω στις γυναίκες στην Καλή Συκιά, καίγοντας ζωντανές 12 συνολικά γυναίκες και έναν υπέργηρο άντρα.

 Αφού οι Γερμανοί ολοκλήρωσαν το μακάβριο και φρικιαστικό έργο τους, κινήθηκαν προς τον Καλλικράτη. Το απόγευμα της 6ης Οκτωβρίου, γερμανικά στρατεύματα της Βέρμαχτ κατέκλυσαν το χωριό. Μετά από μία ώρα, περίπου, έφτασε και ο Σούμπερτ με δύναμη 40 ανδρών, έχοντας ολοκληρώσει το ολοκαύτωμα των γυναικών στην Καλή Συκιά.

 Τις δυο πρώτες ημέρες οι Γερμανοί διέδιδαν ότι αναζητούσαν όπλα και οι κάτοικοι δεν είχαν λόγο να φοβηθούν. Ορισμένοι πίστεψαν και υπέμειναν τις συνέπειες. Την Παρασκευή 8 Οκτωβρίου, οι Γερμανοί και οι δοσίλογοι που τους ακολουθούσαν, έδειξαν το πραγματικό τους πρόσωπο. Αρχικά συνέλαβαν 14 άντρες και τους οδήγησαν σε ένα κατάλυμα, στην Πιπιλίδα και τους εκτέλεσαν, τον έναν πάνω στον άλλον. Οι υπόλοιποι άντρες δολοφονήθηκαν αναίτια και άνανδρα σε διάφορα σημεία του χωριού, στον δρόμο και στις αυλές των σπιτιών τους, ενώ την ίδια τύχη είχαν και δύο άντρες από την Επισκοπή, που η κακή τους τύχη τους έφερε στον δρόμο των Γερμανών, οι οποίοι, αφού τους συνέλαβαν, τους θανάτωσαν, αργότερα, στον Καλλικράτη. Ο συνολικός αριθμός των εκτελεσθέντων και δολοφονηθέντων ανδρών στον Καλλικράτη ανέρχεται στους 21.

Παράλληλα, οι Γερμανοί στρατιώτες και οι Σουμπερίτες, με το πρόσχημα ότι έψαχναν όπλα, άρχισαν να λεηλατούν τα σπίτια του χωριού. Ανήμπορες οι γυναίκες παρακολουθούσαν το πλιατσικολόγημα των σπιτιών τους από τρόφιμα και υφαντά. Ό,τι έφτιαχναν χρόνια με τα χέρια τους, τα προικιά των κοριτσιών τους, έργα τέχνης στο αργαστήρι, τα είδαν να αρπάζονται. Όσες γυναίκες αντιστάθηκαν δολοφονήθηκαν. Άλλες ρίχτηκαν στις φλόγες των σπιτιών τους και κάηκαν ζωντανές, αφού οι Γερμανοί έκαψαν συνολικά 81 σπίτια του μαρτυρικού χωριού, κηρύσσοντας την περιοχή «νεκρή ζώνη». Συνολικά, 10 γυναίκες θανατώθηκαν στον Καλλικράτη, το τετραήμερο από τις 8 έως τις 11 Οκτωβρίου του 1943, στην πλειοψηφία τους υπέργηρες, ανήμπορες να αντιδράσουν.

Από τη μανία των «ομόθρησκων» κατακτητών δεν γλίτωσε ούτε ο ναός του χωριού, η εκκλησία της Παναγίας. Αφού δεν βρήκαν τρόφιμα ή άλλα αντικείμενα που τους ενδιέφεραν, άρπαξαν τα ιερά άμφια, τα οποία αργότερα βρέθηκαν πεταμένα στα όρη. Το Άγιο Ποτήριο όμως, η Ιερά Λαβίδα και το κοχλιάριο αποτέλεσαν πολύτιμη λεία, λόγω της μεταλλικής τους αξίας. Και για να συμπληρώσουν φαίνεται το ανοσιούργημά τους βεβήλωσαν και τις εικόνας του ναού, όσες απ’ αυτές δεν κατέκαψαν. Συνέλαβαν ακόμα και τον ιερέα του χωριού, τον παπά Σήφη Παπαδόσηφο, για να τον οδηγήσουν στις φυλακές της Αγυιάς, αλλά στου Ασκύφου, κατάφερε να τους ξεφύγει.

Ο Καλλικράτης βυθίστηκε στο πένθος. Η ναζιστική κτηνωδία σφράγισε ανεξίτηλα τον τόπο και τη ζωή όσων επέζησαν. Το χωριό ερημώθηκε. 31 νεκροί, 21 άντρες και 10 γυναίκες, η ολοκληρωτική πυρπόληση και λεηλασία του χωριού, ήταν ο τραγικός απολογισμός αυτού του μαύρου Οκτώβρη του 1943 για το περήφανο κεφαλοχώρι των Σφακίων.

Έπρεπε να περάσουν 75 ολόκληρα χρόνια, ώστε στις 3 Οκτωβρίου του 2018, ο Καλλικράτης να βρει την ελάχιστη ηθική και ιστορική δικαίωση και να ανακηρυχθεί μαρτυρικό χωριό των χρόνων 1941-1944 και να συμπεριληφθεί στο δίκτυο των μαρτυρικών χωριών της Ελλάδας, με το Π.Δ. 29/2019.


Σύμφωνα με τον μεγάλο Έλληνα ιστορικό Φ.Κ. Βώρο, «μελετούμε την Ιστορία για να εννοήσουμε στο παρελθόν τη λειτουργία της ανθρώπινης κοινωνίας προς όλες τις κατευθύνσεις και σε όλες τις πτυχές της. (Κίνητρα, προθέσεις και καταστάσεις, αποφάσεις, προσδοκίες, επακόλουθα)».

Σήμερα, με αυτή τη σεμνή τελετή, εδώ, στην καρδιά των Σφακίων, και μέσα από το συνοπτικό ιστορικό των γεγονότων του Οκτώβρη του 1943, καταθέτουμε τον ελάχιστο φόρο τιμής στις γυναίκες και τους άντρες του Καλλικράτη που δεν λύγισαν, που κοίταξαν άφοβα, κατάματα τον κατακτητή, όπως έκαναν και οι πρόγονοί τους αιώνες πριν, ποτίζοντας κι αυτοί, με τη σειρά τους, το δεντρί της κρητικής λευτεριάς.

ΑΘΑΝΑΤΟΙ!!!

 

Πανηγυρικός λόγος, Καλλικράτης Σφακίων, 15 Οκτωβρίου 2022.

 

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Πολιτικοί αχυράνθρωποι.

Υγειονομική έκθεση των εστιατορίων του Ρεθύμνου του 1902

Η παραδοσιακή κρητική φορεσιά στο πέρασμα του χρόνου