Μια ξεχωριστή παραμονή Πρωτοχρονιάς


 
Μπορεί να έχουν περάσει πάνω από εικοσιπέντε χρόνια, αλλά μερικά πράγματα μένουν ανεξίτηλα στη μνήμη.

            Ήταν παραμονές πρωτοχρονιάς του 1991 και υπηρετούσα φαντάρος στο στρατόπεδο Καρατάσου στη Θεσσαλονίκη. Μαζί μου υπηρετούσε και ο Μανώλης, καλός φίλος από το Ηράκλειο, που είχαμε γνωριστεί στον στρατό. Ο αδερφός του Μανώλη ήταν φοιτητής τότε στη Θεσσαλονίκη και συχνά-πυκνά πηγαίναμε στο φοιτητικό διαμερισματάκι του, κάπου στο κέντρο της πόλης, όταν είχαμε έξοδο.

            Εκείνη τη χρονιά είχαμε μείνει μέσα τα Χριστούγεννα για να πάρουμε άδεια την Πρωτοχρονιά, ως παλιοί που είμαστε. Οι τρεις μέρες που μας έδιναν ως άδεια ήταν ελάχιστες γι να κατέβουμε στην Κρήτη, οπότε, με τον Μανώλη, σχεδιάζαμε πώς θα περάσουμε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς στη Συμπρωτεύουσα. Είχαμε αποφασίσει να μαζεύουμε λεφτά, για να πάμε την παραμονή σε κάποιο από τα καλά μπουζουκτζίδικα της πόλης, που εκείνη την περίοδο ανθούσαν.

            Οι μέρες περνούσαν και τα χρήματα που είχαμε μαζέψει εξανεμίζονταν μέρα με τη μέρα. Έφτασε η παραμονή της Πρωτοχρονιάς και οι 3-4 χιλιάδες δραχμές που είχαμε, όχι για μπουζούκια δεν έφταναν, αλλά ούτε για την ψησταριά της γειτονιάς. Μια τεράστια απελπισία μας είχε καταλάβει, βλέποντας τα όνειρά μας, για μια αξέχαστη βραδιά, να εξανεμίζονται.

            Ο Μανώλης, φύσει αισιόδοξος, δεν έδειχνε να προβληματίζεται και να στενοχωριέται: «Δεν χάλασε ο κόσμος ρε Νίκο. Θα δεις πως θα περάσουμε φίνα! Καλή διάθεση να έχουμε μόνο».

            Το μεσημέρι της παραμονής πήγαμε σε μια κάβα και αγοράσαμε ένα μπουκάλι ουίσκι και μερικά ξεροκάρπια. Ίσα-ίσα έφτασαν τα χρήματά μας. Το βράδυ πήγαμε στο σπίτι του αδερφού του Μανώλη, που έλειπε στην Κρήτη λόγω των ημερών. Η κρατική τηλεόραση (μόνο αυτή υπήρχε τότε) είχε ετοιμάσει ένα πολύ πλούσιο καλλιτεχνικό πρόγραμμα γι αυτούς που είχαν επιλέξει να περάσουν την παραμονή της Πρωτοχρονιάς στο σπίτι. Κι εμείς ανήκαμε σε αυτή την κατηγορία. 

            Με την τηλεόραση στη διαπασών και το μπουκάλι το ουίσκι στο τραπεζάκι δίπλα μας, περάσαμε όλο το βράδυ χορεύοντας οι δυο μας και τσουγκρίζοντας τα ποτήρια μας. Όταν χόρευε ο Μανώλης του έπαιζα εγώ παλαμάκια γονατιστός στη μέση του σαλονιού και το ανάποδο… Η βραδιά περνούσε με το κέφι να ανεβαίνει κατακόρυφα, όσο το μπουκάλι με το αλκοόλ κατέβαινε.

            Κατάκοποι από τον χορό, μισομεθυσμένοι, αλλά τόσο χαρούμενοι και ικανοποιημένοι με το ανέλπιστο κέφι της βραδιάς, πέσαμε για ύπνο τις πρώτες πρωινές ώρες.

Κάθε τέτοια μέρα, που όλοι πια μιζεριαζόμαστε για το πώς θα περάσουμε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, έρχεται στο μυαλό μου εκείνη η αξέχαστη παραμονή Πρωτοχρονιάς.

Να είσαι καλά Μανώλη, όπου κι αν είσαι…

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Πολιτικοί αχυράνθρωποι.

Υγειονομική έκθεση των εστιατορίων του Ρεθύμνου του 1902

Η παραδοσιακή κρητική φορεσιά στο πέρασμα του χρόνου